Κλείνονται στον εαυτό τους. Δεν έχουν όρεξη για τίποτα. Συντροφιά τούς κρατούν συχνά ο ηλεκτρονικός υπολογιστής και τα βιντεοπαιχνίδια.
Έχουν καθηµερινά υπερφορτωµένο πρόγραµµα µε µαθήµατα, ξένες γλώσσες και δραστηριότητες. Ο χρόνος που περνούν µε τους εργαζόµενους γονείς τους είναι ελάχιστος.
Τα σύγχρονα παιδιά φαίνεται πως δεν είναι ευτυχισµένα. Ο σύγχρονος τρόπος ζωής, η απουσία των γονέων από το σπίτι λόγω εργασίας, αλλά και οι αυξηµένες µαθητικές υποχρεώσεις που έχουν, κάνουν τα παιδιά να αισθάνονται πιεσµένα. Αλλωστε, είναι πια συνηθισµένη η παιδική κατάθλιψη και µάλιστα σε όλο και πιο µικρές ηλικίες.
Αυτά μας λέει μια έρευνα της UΝΙCΕF για την παιδική ευηµερία στις ανεπτυγµένες χώρες, η οποία δηµοσιεύθηκε το 2007. Τα ελληνόπουλα κατατάσσονται σε αυτήν στην 9η θέση των παιδιών µε κακή διάθεση και τάση προς δυστυχία, ενώ τα παιδιά στη Βρετανία κρατούν τα ηνία. Ακολουθούν οι µικροί Αµερικανοί και οι Ούγγροι.
Μόνα και αβοήθητα
Όπως εξηγούν οι ψυχολόγοι τα παιδιά δεν έχουν πια συστηµατική επικοινωνία, κυρίως µε τους γονείς τους. Οι µεγάλοι θέλουν να προσφέρουν το καλύτερο στο παιδί τους. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο απουσιάζουν πολλές ώρες από το σπίτι, δουλεύοντας για να µη λείψει τίποτε καλούνται να φέρουν εις πέρας. Σχολείο, φροντιστήριο, αθλητικές και άλλες δραστηριότητες προκαλούν συχνά άγχος στα παιδιά. Οι ειδικοί εξηγούν πως αυτός ο καθηµερινός αγώνας καλεί τα παιδιά της προσχολικής και σχολικής ηλικίας να γίνουν «υπεράνθρωποι», «υπερµαθητές».
«Δυστυχώς, ως κοινωνία έχουµε απαρχαιωµένες αντιλήψεις στο θέµα της παιδείας. Θεωρούµε πως ένα παιδί πρέπει να έχει µόρφωση, δεξιότητες, γνώσεις για να γίνει σηµαντικός και χρήσιµος. Χωρίς ωστόσο να δίνουµε βαρύτητα στη διάπλαση του χαρακτήρα και τη δηµιουργικότητα των παιδιών», λέει η ψυχολόγος Ρήγα – Πεπελάση.
Αυτό έχει ως αποτέλεσµα, οι γονείς που θέλουν το καλύτερο για τα παιδιά τους να τα υπερφορτώνουν µε δραστηριότητες χωρίς να λαµβάνουν υπόψιν αυτό που πραγµατικά θέλουν τα ίδια.
Οι ειδικοί τονίζουν: «Μη γράφετε το παιδί σε µαθήµατα πιάνου, µόνο και µόνο επειδή εσείς παίζατε πιάνο, ενώ το ίδιο θέλει κιθάρα. Μην το στέλνετε ποδόσφαιρο, ενώ το ίδιο θέλει µπάσκετ, επειδή είναι πολύ κοντός για να παίξει µπάσκετ». Στη σηµερινή εποχή το παιδί δεν έχει πολλές ώρες για παιχνίδι. Σχολείο, φροντιστήριο, ξένες γλώσσες, του αφήνουν ελάχιστο χρόνο. Εποµένως, καλό είναι αυτός ο χρόνος να είναι ποιοτικός και ωφέλιµος για το παιδί, «να κάνει κάτι που ουσιαστικά θέλει».
Τα Ελληνόπουλα πιέζονται και από την «τελειοµανία» των γονιών. Πολύ συχνά γονείς ρωτούν µε αγωνία για τις σχολικές επιδόσεις των παιδιών και αν είναι καλοί µαθητές και σε δεύτερη µοίρα έρχεται η συµπεριφορά. Όλο αυτό το κυνήγι των βαθµών και των αριστείων αγχώνει και στρεσάρει τα παιδιά. Δεν ήταν λίγες οι φορές που µαθητές παρακαλούν τους δασκάλους να µη διορθώνουν τα τετράδιά τους µε στυλό, γιατί φοβόντουσαν την αντίδραση των γονιών τους.
Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός πως, σύµφωνα µε την έρευνα της UΝΙCΕF, τρία στα δέκα Ελληνόπουλα δηλώνουν πως κάθονται σπάνια µαζί µε τους γονείς τους γύρω από το τραπέζι για το κύριο γεύµα της ηµέρας. Αντίθετα, στη Γαλλία 90,4% των παιδιών τρώνε σχεδόν καθηµερινά µε την οικογένειά τους. Παράλληλα, από την ίδια έρευνα προκύπτει πως οι έλληνες γονείς δεν συζητούν µε τα παιδιά τους τόσο όσο για παράδειγµα στην Ιταλία ή στην Ουγγαρία.
Με µείζονα κατάθλιψη και παιδιά προσχολικής ηλικίας
Η κατάθλιψη στα παιδιά και στους εφήβους αποτελεί ολοένα και µεγαλύτερο πρόβληµα στη σηµερινή κοινωνία, προσβάλλοντας ακόµη και παιδιά προσχολικής ηλικίας. Είναι ενδεικτικό, όπως υπογραµµίζει ο Γεράσιµος Κολαΐτης, επίκουρος καθηγητής Παιδοψυχιατρικής, πως τα τελευταία 25 χρόνια µειώνεται σταθερά η ηλικία έναρξης της µείζονος κατάθλιψης.
Πάντως, και σύµφωνα µε εκτιµήσεις, στον γενικό πληθυσµό το 2% των παιδιών και 4% – 8% των εφήβων πάσχουν από µείζονα κατάθλιψη. «Οµως, παρά την αυξηµένη συχνότητά της, η κατάθλιψη που εκδηλώνεται στην παιδική ηλικία είναι δυνατόν να µην διαγνωστεί. Τα µικρά παιδιά κυρίως δεν µπορούν να εκφράσουν τα συναισθήµατά τους και αντί γι αυτά παρουσιάζουν σωµατικά συµπτώµατα, ευερεθιστότητα και συχνά επιλέγουν να αποµονώνονται».
Μοιραία, δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που οι γονείς παραβλέπουν τα σηµάδια ή απορρίπτουν τη συµπεριφορά του παιδιού τους, θεωρώντας το ενοχλητικό, τεµπέλικο ή άτακτο. Οι επιστήµονες δεν έχουν καταφέρει να ξεκλειδώσουν το µυστήριο της κατάθλιψης. «Οπως και στους ενήλικες, έτσι και στα παιδιά, η αιτιολογία της φαίνεται να είναι πολυπαραγοντική, συµπεριλαµβανοµένων περιβαλλοντικών και γενετικών παραγόντων», προσθέτει ο Γεράσιμος Κολαΐτης.
Πάντως, η κληρονοµικότητα φαίνεται να είναι σηµαντική παράµετρος στην εκδήλωση της νόσου: µελέτες σε δίδυµα αδέρφια, υιοθετηµένα παιδιά και ολόκληρες οικογένειες έχουν δείξει ότι οι πιθανότητες να εκδηλωθεί µείζων κατάθλιψη στα παιδιά των καταθλιπτικών γονέων κυµαίνεται από 15% – 60%.
Επιπλέον, «πιστεύεται ακόµη ότι ρόλο για την εµφάνιση κατάθλιψης διαδραµατίζουν και ψυχολογικοί παράγοντες καθώς και τραυµατικές εµπειρίες ζωής – όπως είναι για παράδειγµα ο θάνατος γονέα ή ο χωρισµός των γονέων. Ωστόσο, ο ακριβής ρόλος τέτοιων παραγόντων δεν έχει µελετηθεί ενδελεχώς», συµπληρώνει ο καθηγητής Παιδοψυχιατρικής.
Σε κάθε περίπτωση, η έγκαιρη και λεπτοµερής αξιολόγηση, διάγνωση και αντιµετώπιση της κατάθλιψης αντιμετωπίζεται με ψυχοθεραπεία, βασικά, και χορήγηση φαρµακευτικής αγωγής, κυρίως στους εφήβους, όταν κρίνεται απαραίτητο, µε παράλληλη υποστήριξη και συµβουλευτική των γονέων από παιδοψυχιάτρους κ.λπ., ειδικούς ψυχικής υγείας για παιδιά και εφήβους είναι ιδιαίτερα σηµαντική, επιµένουν οι ειδικοί. Και αυτό γιατί συχνά διαρκεί πολύ, υποτροπιάζει ή µαυρίζει την καθηµερινότητα των παιδιών και των εφήβων µετά το πέρασµά τους στην ενήλικη ζωή.