|
“The Ninth Wave”, Ivan Aivazovsky, 1850 |
Το ένατο κύμα θεωρείται πως χωρίζει τον πραγματικό / γήινο από τον φανταστικό / μυθικό κόσμο. Πίσω από τα κύματα υπήρχε ένα νησί, αόρατο με γυμνό μάτι. Το μυστηριώδες νησί εμφανίζονταν μόνο αν μπορούσες να επιβιώσεις από την επίθεση των γιγαντιαίων κυμάτων που, σύμφωνα με ιστορίες, εμφανίζονταν ως «υδάτινο τείχος» ή ως «τρύπα στη θάλασσα» (η ύπαρξη των οποίων έχει σήμερα διαπιστωθεί από την επιστήμη). Ο ίδιος ο Βασιλιάς Αρθούρος γεννήθηκε από το κύμα που μας χωρίζει από τον «άλλο κόσμο», από το κύμα που έσκαγε στο κάστρο Τίντατζελ, από τον πόθο του μεταμορφωμένου βασιλιά Ούθερ Πεντράγκον που έσπειρε την ανυποψίαστη Ιγκρέιν με τη βοήθεια του μάγου Μέρλιν.
‘Wave after wave, each mightier than the last,
Till last, a ninth one, gathering half the deep
And full of voices, slowly rose and plunged
Roaring, and all the wave was in a flame
And down the wave and in the flame was borne
A naked babe, and rode to Merlin’s feet,
Who stoopt and caught the babe, and cried “The King!
Here is an heir for Uther!”’
Απόσπασμα από το “Idylls of the King: The coming of Arthur” του Alfred Lord Tennyson
|
“So the child was delivered unto Merlin” του A.G.Walker από το Book of King Arthur and His Noble Knights του Mary MacLeod, 1946 |
|
“Tintagel Castle” του Herbert J. Finn από το Castles of England and Wales του E. J. MacDonald |
«Αυτό είναι το Τίντατζελ, το κάστρο που δεν είδε ποτέ κανείς. […] Το Τίντατζελ ήταν η Ιδέα της ιπποσύνης. Δεν ύψωσε περήφανες επάλξεις πάνω απ’ τη γη, αλλά κρέμασε θαυμάσιες επάλξεις από τον ουρανό. Στους λαμπερούς του πύργους περπάτησαν ο Γκάλαχαντ και ο Αρθούρος. Από τις αψεγάδιαστες του πύλες ήρθε η πομπή της ιδανικής ιπποσύνης. […] Μπορεί το Τίντατζελ να αναγερθεί και πάλι, όχι όμως με λίθους, αλλά ως ιδέα στο μυαλό των ανθρώπων.»
Από το “Castles of England and Wales” του E. J. MacDonald
|
Πρόσφατη φωτογραφία των ερειπίων του θαλασσοδαρμένου κάστρου Tintagel, του Κάστρου του Κύματος που στέκει στα απότομα βράχια της Κορνουάλης… ανάμεσα σε δυο κόσμους. |
Στις 13 Ιουλίου του 1823 ο Λόρδος Βύρωνας και το πλήρωμά του αναχωρούν από το λιμάνι της Γένοβας με το πλοίο «Ηρακλής» με προορισμό την Κεφαλονιά. Ξάφνου σφοδρός δυτικός άνεμος προκαλεί μεγάλη θαλασσοταραχή. Ενώ οι άνδρες της υπηρεσίας του έπαθαν ναυτία, ο Λόρδος Βύρωνας ατάραχος παρέμεινε στο κατάστρωμα, συγκρατώντας παράλληλα και σώζοντας τα άλογα που υπέστησαν ισχυρή ταραχή. Όταν συνήλθε ο αντισυνταγματάρχης Pietro Camba του Ελληνικού στρατιωτικού σώματος, ο Βύρωνας του λέει:
«Έχασες ένα από τα ωραιότερα και μεγαλοπρεπέστερα θεάματα απ’ όσο είδα ποτέ. Για μερικές στιγμές διατρέξαμε σοβαρό κίνδυνο, αλλά ο πλοίαρχος και το πλήρωμα φέρθηκαν πραγματικά θαυμάσια. Έμεινα όλη τη νύχτα πάνω στο κατάστρωμα. Το θέαμα που είδα ήταν εντελώς πρωτόγνωρο για μένα. Πάντοτε όμως θεωρούσα την τρικυμία σαν ένα από τα εξοχότερα θεάματα απ’ όσα μας παρουσιάζει η φύση.»
Στις 3 Μαΐου 1810, o Βύρωνας διέσχισε τον Ελλήσποντο όταν έμαθε για το μύθο του Λεάνδρου, ενός νεαρού από την Άβυδο της Τρωάδας, ο οποίος κάθε βράδυ περνούσε κολυμπώντας στην απέναντι όχθη του Ελλησπόντου, στην αιολική Σηστό, για να συναντήσει την αγαπημένη του Ηρώ, ιέρεια της Αφροδίτης, η οποία του έδειχνε την αναμμένη της λάμπα από την κορυφή του πύργου της.
Από το «Ο Λόρδος Βύρων στην Ελλάδα» του Conte Pietro Camba
|
Σκίτσο του Λόρδου Βύρωνα, 1916, άγνωστου καλλιτέχνη. |
Ο Λόρδος Βύρωνας, όντας βαπτισμένος στο ένατο κύμα, υπήρξε δεινός κολυμβητής και ανατρεπτικός ιδεαλιστής, προάγοντας μέσα από τον ρομαντισμό τα αρχαία ελληνορωμαϊκά ιδεώδη που συνεχίστηκαν μέσω της κέλτικης ιπποσύνης. Ήταν από εκείνους που κατόρθωσε να ζει στο μεταίχμιο δυο πραγματικοτήτων, οι οποίες διεισδύανε η μια στην άλλη. Επηρέασε την εξέλιξη των πραγμάτων του καιρού του αναγείροντας νοητικά τους λαμπερούς πύργους του Τίντατζελ, του Κάστρου του Κύματος.
|
Ο πίνακας του Γερμανού Ρομαντικού ζωγράφου Caspar D. Friedrich “Wanderer above the Sea of Fog” (1818) που παρουσιάζει έναν απρόσωπο δανδή οδοιπόρο να ορθώνει σαν κάστρο το ανάστημά του απέναντι σε ένα βραχώδες και ομιχλώδες τοπίο, ατενίζοντας τη φουρτουνιασμένη θάλασσα. |
Για τον ελληνικό κόσμο, και κυρίως για την ομηρική εποχή, την εποχή των ποιητών και των ηρώων που έθεσε τις βάσεις του ελληνικού και, κατ’ επέκταση, του δυτικού πολιτισμού, η διαφορά μεταξύ πραγματικού και φανταστικού, μεταξύ γήινου και μυθικού, δεν ήταν ίδια με αυτή της σύγχρονης κουλτούρας. Στις μέρες μας, το φανταστικό/ μυθικό αντιμετωπίζεται ως ψευδές ή παράλογο. Στα ομηρικά έπη, το φανταστικό/ μυθικό, είτε ως πολιτισμικό φορτίο του υποσυνειδήτου, είτε ως φορέας αρχέτυπων εικόνων, συμβόλων, ιδεών και αξιών και θεμελιωτής παραδόσεων και πίστεων, είτε ως πραγματικότητα σε ένα άλλο επίπεδο, ήταν τόσο αληθινό και λογικό όσο και το πραγματικό/ γήινο. Η ηρωική αυτή εποχή, το πνεύμα της οποίας συνεχίστηκε μέσα στην ελληνορωμαϊκή παράδοση, αναβίωσε την εποχή της Αναγέννησης (14-17ος αιώνας), κάτι που διαφαίνεται τόσο μέσα από τη ζωγραφική και τη γλυπτική, όσο και μέσα από το σχεδιασμό του χώρου (π.χ. σχεδιασμός κήπων), και κορυφώθηκε την εποχή του Ρομαντισμού (τέλη 18ου – μέσα 19ου αιώνα).
Το ένατο κύμα μέχρι σήμερα εξακολουθεί να εμφανίζεται στους τολμηρούς, στους ρομαντικούς… στους εραστές της θύελλας, που συνεχίζουν περήφανα να αναστηλώνουν τα τείχη του Τίντατζελ, υψώνοντας τα λάβαρα, για να περάσει και πάλι η ολόλαμπρη πομπή του.