Alexander Cannon (απόσπασμα από το “The Shadow of destiny”)
Η ιστορία της Σκέψης και της έκφρασής της πρέπει να θεωρηθεί σαν ένας κλάδος της έρευνας που ξεπερνά όλους τους άλλους σε ενδιαφέρον. Περιλαμβάνει τα θέματα εκείνα της θρησκείας και της φιλοσοφίας με τα οποία έχει ζυμωθεί το ανθρώπινο είδος, κι ακόμα την ιστορία της γλώσσας με την οποία αυτές οι έννοιες έχουν μεταδοθεί. Τα παλαιότερα αρχεία της ανθρώπινης σκέψης είναι οι Βέδες, που δημιουργήθηκαν απ’ τους Αρίους προπάτορές μας, στην περιοχή εκείνη του κόσμου που αποκαλούμε λίκνο του ανθρώπινου είδους.
Γι’ αυτή την απόμακρη περιοχή της Ασίας, ο Ερνέστ Ρενάν έχει γράψει το εξής εύγλωττο απόσπασμα: «Ας χαιρετίσουμε τις ιερές εκείνες βουνοκορφές, επάνω στις οποίες οι σπουδαίες φυλές που έφεραν στον κόρφο τους το μέλλον της Ανθρωπότητας διαλογίστηκαν για πρώτη φορά το Άπειρο και εγκαινίασαν τα δυο στοιχεία που άλλαξαν το πρόσωπο του κόσμου: την ηθική και τη λογική. Όταν η Αρία φυλή, ύστερα από προσπάθειες χιλιάδων χρόνων, γίνει η διαφεντέφτρα του πλανήτη που κατοικεί, το πρώτο της καθήκον θα είναι να εξερευνήσει τη μυστηριώδη αυτή περιοχή της Μποχάρα και του Θιβέτ, που ίσως να κρύβει απ’ τα μάτια της επιστήμης πολύτιμες αποκαλύψεις. Ποια θα είναι εκείνα τα φώτα που δεν θα φωτίσουν άραγε την πηγή της γλώσσας, την ημέρα που θα βρεθούμε πρόσωπο με πρόσωπο με τις περιοχές όπου για πρώτη φορά εκστομήθηκαν οι ήχοι τους οποίους εξακολουθούμε να χρησιμοποιούμε, και όπου δημιουργήθηκαν οι κατηγορίες της διανόησης που διέπουν την πρακτική εφαρμογή των ικανοτήτων μας; … Ήταν οι Άριοι προγονοί μας, εκείνοι οι αυστηροί πατριάρχες που, στον κόρφο της αγνότητας τους και των οικογενειών τους, έθεσαν, χάρη στη μεγαλοπρέπεια του χαρακτήρα τους, αλλά και χάρη στη λατρεία τους για το φως, χάρη στη μετριοφροσύνη και τη διατήρηση των εθίμων τους, τα θεμέλια του μέλλοντος. Οι ιδέες τους, τα λόγια τους, έμελλαν να γίνουν ο νόμος του ηθικού και του διανοητικού κόσμου. Δημιούργησαν εκείνες τις αιώνιες λέξεις, που ύστερα από πολλές σκιές μεταβολών επρόκειτο να γίνουν αρετή, καθήκον, τιμή και καλοσύνη». Οι ψηλές οροσειρές του Μπολούρ Ταγκ και οι πυργοειδείς βουνοκορφές του ινδικού Κους κύτταζαν κάτω χαμηλά αυτή την απλοϊκή και γενναία φυλή και ίσως στην επίδραση τους να οφείλονται οι ιδιότητες εκείνες που διακρίνουν από τότε έναν δοξασμένο λαό.
Ο Σάμιουελ Τζόνσον στο έργο του για τις ανατολικές θρησκείες, δίνει μια εικόνα των υψιπέδων στα οποία η πρωτογενής αυτή φυλή είχε την κατοικία της: «Εκείνοι που διείσδυσαν σ’ αυτές τις βουνοκορφές, αναφέρουν ότι η σιωπηλή άβυσσος του μεσονύκτιου ουρανού, με τα λαμπερά, φλεγόμενα άστρα του, καθώς επίσης και οι κολοσσιαίες κορυφές των βουνών, εντυπωσιάζουν τη φαντασία με μια τέτοια αίσθηση απροσμέτρητου μυστηρίου κι αιώνιας γαλήνης, που δεν συναντιέται σε κανένα άλλο μέρος του κόσμου. Το μέσο υψόμετρο αυτών των κορυφών τον Ιμαλαΐων, της Κατοικίας του Χιονιού, είναι πολύ μεγαλύτερο από κάθε άλλο βουνό, και τα επιβλητικά πρόσωπα τους, απλησίαστα στον άνθρωπο, παρατηρούν από ψηλά τις αχανείς λωρίδες δασών που δεν έχει επιχειρήσει να εξερευνήσει. Από ένα σημείο, ο Χούκερ διέκρινε είκοσι χιονοσκέπαστες κορυφές, που η καθεμιά ξεπερνούσε σε ύψος τα 20.000 πόδια και που οι λευκές απ’ το παγωμένο ασήμι κορυφογραμμές τους εκτείνονταν σ’ ολόκληρο τον ορίζοντα. Εδώ υπάρχουν λάμψεις και σκοτάδια, ασύλληπτες δυνάμεις, αδιαπέραστα φυσικά αποθέματα, που αντιστοιχούν στην πνευματική φύση, στη διαμόρφωση της οποίας αποτελούν βασικό τμήμα…»
Μέσα σε μια τέτοια μεγαλόπρεπη παρέλαση της φύσης δομήθηκε η λατρεία των Αρίων προγόνων μας. Απ’ αυτή την περιοχή, βόρεια των γιγάντιων οροσειρών του ινδικού Κους, κάπου 7000 – 10000 χρόνια προ Χριστού, οι Άριοι προγονοί μας κατέβηκαν στις γειτονικές χώρες Ινδία, Περσία και Βακτρία, και κατέκτησαν τους λαούς που τις κατοικούσαν. Πηγαίνοντας πιο μακριά, προς την Ευρώπη και τον Βορρά, βρίσκουμε τους απογόνους τους στους Κέλτες της Βρετανίας, τους Νορβηγούς στη Νορβηγία, Σουηδία και Δανία, τους Γότθους και Γερμανούς της κεντρικής Ευρώπης, τους Σλάβους και Λιθουανούς, τους Έλληνες και τους Ρωμαίους. Η αρχική ταυτότητα όλων αυτών των φυλών έχει αναγνωριστεί, πέρα από κάθε αμφιβολία, από τη συγκριτική φιλολογία, και τίποτε δεν είναι πιο ενδιαφέρον από τις ανακαλύψεις αυτού του επιστημονικού τομέα. Ο καθηγητής Μαξ Μύλλερ γράφει στο βιβλίο του «The Languages Of The Seat Of War In The East» τα εξής: «Το ότι η σανσκριτική, η αρχαία γλώσσα της Ινδίας, η ύπαρξη της οποίας ήταν άγνωστη στους Έλληνες και Ρωμαίους πριν απ’ τον Αλέξανδρο και ο ήχος της οποίας δεν είχε φτάσει στ’ αυτιά των Ευρωπαίων πριν από το τέλος του περασμένου αιώνα, το ότι θα ‘πρεπε, λοιπόν, η γλώσσα αυτή να είναι ένα κλωνάρι, απ’ τον ίδιο κορμό του οποίου τα άλλα κλωνάρια σκίασαν τον πολιτισμένο κόσμο της Ευρώπης, δεν απασχόλησε κανέναν πριν απ’ την πρόοδο της συγκριτικής φιλολογίας. Επικρατούσε η γενική γνώμη ότι αν τα ελληνικά, λατινικά και γερμανικά ήρθαν απ’ την Ανατολή, θα ‘πρεπε να προέρχονται από τα εβραϊκά…, μια άποψη για την οποία σήμερα δεν υπάρχει ούτε ένας υποστηρικτής… Υπήρξε κάποτε μια εποχή που οι πρόγονοι των Κελτών, Γερμανών Σλάβων, Ελλήνων, Ιταλών, Περσών και Ινδών ζούσαν μαζί κάτω από την ίδια στέγη».
Ο αρχικός πληθυσμός των Αρίων, μετά τις μετακινήσεις τους απ’ τα υψίπεδα της κεντρικής Ασίας, διαχωρίστηκαν τελικά σε δύο κλάδους: Τους Ιρανο-Αρίους και τους Ινδο-Αρίους. Οι πρώτοι εγκαταστάθηκαν στη Βακρτρία, Παρθία, Μηδία και προχώρησαν προς τον Περσικό Κόλπο, ενώ οι δεύτεροι διέσχισαν τις οροσειρές του ινδικού Κους και, καταλαμβάνοντας τις περιοχές του Ινδού και της Καμπούλ, προχώρησαν στον Γάγγη και τον Ινδικό Ωκεανό. Από τον διαχωρισμό αυτόν, η αρχική Αρία φυλή κατέληξε σε δύο αρχαίες γλώσσες: Τη Ζεντ ή Βκτριανή και τη Σανσκριτική.
Όπως υπογραμμίζεται απ’ τον γνωστό ειδήμονα Άλμπερτ Πάικ, στις μελέτες του οποίου χρωστάμε τόσα πολλά για τις γνώσεις μας πάνω σ’ αυτό το θέμα, πρέπει να πέρασε μια μεγάλη χρονική περίοδος προτού οι δύο αυτές γλώσσες να σταθεροποιηθούν και να μονιμοποιηθούν. Η φιλολογία, λέει, δεν μπορεί να μετρήσει τις χρονικές περιόδους που απαιτούνται για την αποτελεσματικότητα αυτών των αλλαγών στην πορεία της εξέλιξής τους από την αρχαία κοινή γλώσσα. Έτσι, στη Ζεντ Αβέστα και στη Ριγκ Βέδα έχουμε τα αρχαιότερα πράγματι μνημεία του κόσμου και πρέπει σ’ αυτά να στρέψουμε την προσοχή μας και την έρευνα για το ξεκίνημα της Ιστορίας της Σκέψης.
«Η επιστήμη της γλώσσας μας αποδεικνύει, με το μεγάλο πλήθος των λέξεων που είναι κοινές στα ελληνικά, λατινικά, σανσκριτικά και Ζεντ, καθώς και με την ταυτότητα των γραμματικών τους μορφών, ότι οι μεταναστεύσεις απ’ την προγονική χώρα εκείνων που αποίκισαν την Ελλάδα και την Ιταλία, συνέβησαν πολύ αργότερα από εκείνες των πληθυσμών που κινήθηκαν προς τη βόρεια Ευρώπη κι έγιναν οι κελτικές, γοτθικές, γερμανικές και σλαβονικές φυλές», λέει ο Άλμπερτ Πάικ, και προσθέτει: «Οι Κέλτες υπήρξαν προφανώς η πρώτη έξοδος της φυλής, και υπάρχει μεγάλη βαρύτητα στη γνώμη του βαρώνου Μπούνσεν ότι η αναχώρησή τους από το λίκνο της φυλής συνέβη τουλάχιστον 10.000 χρόνια προ Χριστού». Οι αρχαίοι βάρδοι ήταν απόγονοι των Ρίσι, στους οποίους εντοπίζουμε τους ύμνους της Ριγκ Βέδα. Οι ύμνοι αυτοί, για αναρίθμητες γενιές πριν καταγραφούν, μεταδίδονταν προφορικά στις οικογένειες εκείνων των περιπλανώμενων ομάδων πολεμιστών και βοσκών, που αργότερα επέκτειναν την κυριαρχία τους προς τον νότο, κατακτώντας τις νότιες φυλές.
Στη Ζεντ Αβέστα διαβάζουμε πως ο Ζαρατούστρα, που έζησε 600 περίπου χρόνια προ Χριστού, ρωτά τον θεϊκό Αχούρα Μάζντα, δημιουργό του κόσμου των ζωντανών: «Σε ποιόν απ’ τους ανθρώπους δόθηκαν οι πρώτες διδασκαλίες της πίστης;» Ο Αχούρα Μάζντα απαντά πως ήταν ο Γίμα ο Τυχερός· εκείνος που ανέλαβε να προστατέψει και να υπερασπίσει τον λαό του Αχούρα και να επεκτείνει τα όρια της χώρας του με τις κατακτήσεις. Καθοδηγούμενος στην πορεία του απ’ την μελέτη των άστρων, ο Γίμα (το πρώτο όνομα στην ιστορία), οδήγησε τον λαό προς τον νότο και ίδρυσε τη μεγάλη αυτοκρατορία των Αρίων, με διαδοχικές μεταναστεύσεις από την ορεινή και κρύα χώρα. Την εποχή της πρώτης μετανάστευσης, τόσο εκείνοι τους οποίους ο Γίμα οδήγησε προς νότον, όσο και εκείνοι που παρέμειναν, μιλούσαν την ίδια γλώσσα. Συμπεραίνεται, λοιπόν, ότι οι Βεδικοί ύμνοι και η Ζεντ Αβέστα ήταν προϊόντα μιας πολύ μεταγενέστερης εποχής, όταν η σανσκριτική και η ζεντ είχαν αναπτυχθεί διαμέσου της αργής διαδικασίας της διαφοροποίησης και του διαχωρισμού της αρχαίας φυλής. Τόσο στις Βέδες όσο και στη Ζεντ Αβέστα συναντούμε τη λατρεία της Βαγιού, της Φλόγας, και δεν είναι περίεργο που βρίσκουμε στ’ αρχαία μνημεία της έκφρασης του ανθρώπινου νου την ανθρώπινη προσοχή και θαυμασμό στραμμένα στον λαμπερό ήλιο και στ’ άστρα του ουρανού. Ο μεγαλοπρεπής φωτοδότης Ήλιος, η πηγή της φωτιάς, του φωτός και των ζωογόνων κι ανανεωτικών επιρροών που εκπέμπει από ψηλά, καθώς επίσης η αρμονική του διαδοχή που οριοθετεί καιρούς και εποχές και, γενικότερα, η αξεπέραστη θέση που κατέχει ανάμεσα σε όλα τα φαινόμενα της φύσης, προκάλεσε μία αυθόρμητη συγκίνηση λατρείας. Μέχρι να γραφτεί η Ριγκ Βέδα στη σανσκριτική, βλέπουμε ότι οι Άριοι είχαν ήδη φτάσει σ’ ένα προηγμένο επίπεδο πολιτισμού. Βρίσκουμε αναφορές στα μεγάλα κοπάδια ζώων που κατείχαν πλούσιοι αρχηγοί και για άρματα, καθώς επίσης και για στολισμένες με χρυσά κοσμήματα σκλάβες. Εκείνη την εποχή, η ευημερία του αφεντικού αντανακλούσε και στον εργάτη ή στον βοσκό. Οι θρησκευτικές δοξασίες της φυλής ήταν απλές· οι ύμνοι της Βέδα είναι εντελώς ποιητικού χαρακτήρα και γεμάτοι θρησκευτική αφοσίωση, ενώ υπάρχει μια αξιοσημείωτη απουσία ηθικών εντολών, αν και βρίσκουμε την ευσπλαχνία να εξαίρεται στην ακόλουθη παράγραφο της Ριγκ Βέδα:
«Οι Ντέβα δεν έχουν προστάξει να είναι η πείνα ο θάνατός μας: ακόμα κι εκείνοι που τρέφονται κανονικά, πεθαίνουν κατά διάφορους τρόπους. Η ευημερία του γενναιόδωρου ανθρώπου δεν μειώνεται ποτέ, ενώ αντίθετα ο μίζερος δεν βρίσκει ανακούφιση… Ας είναι απλόχερος ο παντοδύναμος άνθρωπος στον ικέτη… Ας στρέφει το βλέμμα του χαμηλά στο μακρύ μονοπάτι. Γιατί τα πλούτη γυρίζουν σαν τους τροχούς ενός άρματος, έρχονται τη μια στιγμή στον έναν και την άλλη σε κάποιον άλλον. Οι γενναιόδωροι δεν αποτυχαίνουν ποτέ, ούτε και πέφτουν σε συμφορές· δεν υποφέρουν ούτε πόνους ούτε αδικίες».
Στους βεδικούς ύμνους, στην επίκληση των θεοτήτων τους και στην χρησιμοποίηση παραστατικών εκφράσεων, βρίσκουμε την πηγή πολλών απ’ τους ελληνικούς και λατινικούς μύθους. Ο ελληνικός Δίας και ο λατινικός Ντέους είναι ο ίδιος με τον σανσκριτικό Ντιάους, τον Ουρανό. Στη Ριγκ Βέδα βρίσκουμε, σύμφωνα με τον Μαξ Μύλλερ, «…αρχαία σκέψη εκφρασμένη σε αρχαία γλώσσα. Η υπέρτατη αρχή για τη θρησκεία των Βραχμάνων είναι οι Βέδες» λέει, και προσθέτει πως «όλα τα άλλα έργα –οι νόμοι του Μανού, τα έξι ορθόδοξα συστήματα της φιλοσοφίας, τα Πουράνα ή μυθικές ιστορίες της Ινδίας- όλα έλκουν το κύρος τους από τη συμφωνία τους με τις Βέδες. Μόνο οι Βέδες καλούνται αποκάλυψη. Οι Βραχμάνοι ισχυρίζονται ότι υπήρχαν ανέκαθεν, ότι είχαν αποκαλυφθεί απ’ τον Βράχμα και είχαν θεαθεί από θεϊκούς σοφούς, οι οποίοι ήταν απελευθερωμένοι απ’ τις μολύνσεις της ανθρωπότητας».
Ο στρατηγός Άλμπερτ Πάικ μας λέει ότι οι θεϊκοί αυτοί σοφοί ήταν επτά από τους αρχαίους Ρίσι, γιοί ενός Ρίσι, και πως στις Βέδες αναφέρεται ότι μεταφέρθηκαν στον ουρανό κι έγιναν τα επτά αστέρια της Μεγάλης Άρκτου, που από τότε είναι γνωστά με το όνομα οι Επτά Ρίσι. Τα επτά αυτά άστρα, ορατά πάντοτε τη νύχτα και πάντοτε σε κυκλική τροχιά γύρω από το Πολικό Άστρο, είναι οι αιώνιοι μάρτυρες της θεϊκής προέλευσης των Βεδών.* Οι Ρίσι ήταν σοφοί ή βάρδοι και όχι κατ’ ανάγκη ιερείς. Μερικές απ’ τις οικογένειές τους ήταν εξαιρετικά σπουδαίες, ενώ ορισμένοι από τους ύμνους αποδίδονται σε πέντε διαδοχικές γενιές των Ρίσι. Μερικοί από τους Ρίσι αυτούς, καθαγιασμένοι από θυσίες και προσφορές, λέγεται ότι κατόρθωσαν ν’ αποκτήσουν τη συντροφιά του Ίντρα (Φωτός) και την αιωνιότητα, ότι ανέβηκαν δηλαδή στον ουρανό (σε ανώτερη διάσταση), στην κατοικία του φωτός, και σαν άστρα έγιναν αιώνιοι. Θα μπορούσε κανείς να πει ότι οι περισσότεροι αρχαίοι βεδικοί ύμνοι ήταν –με τα λόγια του Μπούνσεν- «η εκροή της ελεύθερης φυσικής έμπνευσης, που ρέει έξω απ’ όλη την υλική ζωή και οι σπουδαιότερες στιγμές της ζωής του ποιητή». Είναι αξιοθαύμαστο ο ότι δεν υπάρχει σχεδόν ούτε λέξη για την αγάπη, τις γυναίκες ή την ομορφιά στις Βεδες, καθώς επίσης ούτε περιγραφές τοπίων ή οικογενειακών απολαύσεων. Το ισχυρό θρησκευτικό πνεύμα της πρώτης αυτής φυλής διατήρησε μόνον εκείνα τα ποιήματα που είχαν έναν χαρακτήρα αφοσίωσης και λατρείας. Το Φως και η Φωτιά, ο Ίντρα και ο Άγκνι, ήταν οι επιφανέστερες βεδικές θεότητες. Οι δυνάμεις και τα ονόματα όλων των υποδεέστερων θεοτήτων αποδίδονται στον Άγκνι, ο δε Ίντρα χαρακτηρίζεται σαν ο σπουδαιότερος όλων. Μερικές φορές φαίνεται ότι δεν καθορίζεται η σπουδαιότητα της μίας θεότητας έναντι μιας άλλης, γιατί ο Βαρούνα θεωρείται σαν Κύριος των πάντων, του Ουρανού και της Γης, βασιλιάς όλων, τόσο των ανθρώπων όσο και των θεών. Για τον Άγκνι αναφέρεται στην Ατάρβα Βέδα: «Ο Άγκνι γίνεται Βαρούνα (Αφροδίτη) το βράδυ, ενώ όταν ανατέλλει το πρωί είναι Μίθρα (Αυγερινός). Όταν γίνεται Σαβρίτι (Σελήνη) κινείται στον αέρα κι όταν γίνεται Ίντρα λάμπει στη μέση τ’ ουρανού». Ο Ίντρα και ο Άγκνι συχνά συνδέονται μεταξύ τους. Ο Ίντρα είναι το φως που ρέει απ’ τον ήλιο, ο κύριος του φωτός, το αγνότερο απ’ όλα τα στοιχεία. Σε μεταγενέστερες εποχές οι Ινδουιστές απέδωσαν τις δυνάμεις του Ίντρα στον Βράχμα, όπως προκύπτει απ’ την ακόλουθη παράγραφο: «Ο Βράχμα, διαμέσου του οπίου φωτίζονται όλα τα πράγματα, κάνει τον ήλιο και τα’ άστρα να λάμπουν, αλλ’ αυτός δεν αποκαλύπτεται απ’ το φως τους».
Κατά τον ίδιο τρόπο βρίσκουμε σε μεταγενέστερα περσικά κείμενα την υπέρτατη θεότητα Αχούρα Μάζντα να λατρεύεται πάνω απ’ όλες τις βεδικές θεότητες: «Όταν έφτιαξα τον κυβερνήτη Μίθρα, τον δημιούργησα κατ’ εικόνα μου σε θεϊκή φύση και αξιοπρέπεια, εγώ που είμαι Αχούρα Μάζντα. Σήκω επάνω λαμπερέ ήλιε, με τα γρήγορα άλογά σου, σήκω πάνω απ’ το βουνό Μπεριζίτι και λάμψε πάνω στα πλάσματα που βρίσκονται στον δρόμο που έχει δημιουργήσει στον αέρα ο Αχούρα Μάζντα».
___________________________
* Να σημειώσουμε ότι η αντιστοίχιση αυτή των σοφών των Βεδών με τα επτά αστέρια της Μεγάλης Άρκτου έχει σημασία για τη διατήρηση της μνήμης, αλλά και τεράστια σημασία συμβολισμού. Ο αριθμός επτά είναι ιερός αριθμός και για την αρχαία ελληνική θρησκεία και κυρίως για τα Ελευσίνια Μυστήρια. Επτά είναι τα παιχνίδια του Διονύσου (κώνος, ρόμβος, αστράγαλος κλπ.) Αυτά είναι τα επτά κέντρα του ανθρώπου και είναι «παιχνίδια» γιατί οφείλει να τα εναρμονίσει ο άνθρωπος – βρέφος για να πετύχει την πνευματική ενηλικίωσή του.