Η ήμερη βελανιδιά (Quercus ithaburensis Decaisne subsp. macrolepis syn. Quercus aegilops) είναι δέντρο φυλλοβόλο ή ημιαειθαλές, ολιγαρκές, θερμοξηρόβιο και φωτόφιλο, που ξεχωρίζει από τις άλλες βελανιδιές λόγω των τεράστιων διακοσμητικών κυπέλλων, τα οποία μπορεί να έχουν βάθος 4 εκ. με όμορφα χνουδωτά, μακριά λέπια που γυρίζουν προς τα έξω. Τα βελανίδια της είναι πολύ καλή και εύπεπτη τροφή για τα άγρια και οικόσιτα ζώα (κυρίως χοίρους, πρόβατα και κατσίκες) περιέχουν άμυλο σε ποσοστό 80 – 90 τοις εκατό, λίγες πρωτεΐνες και πολλές τανίνες, ενώ τα κύπελλα και ιδίως τα λέπια του, παραδοσιακά χρησιμοποιούνταν είτε υπό μορφή σκόνης ή υγρή μορφή για τη βυρσοδεψία.
Παρόλο που μερικοί δρυμώνες ακόμη παραμένουν στη νότια Αλβανία, Ελλάδα (ειδικά στην Αιτωλοακαρνανία και τα νησιά), Τουρκία, Λίβανο, Ιορδανία, Ισραήλ και Συρία, η έκταση της Ήμερης Βελανιδιάς έχει σημαντικά μειωθεί ανά τους αιώνες. Ο δρυμώνας της Αιτωλοακαρνανίας είναι ο μεγαλύτερος που υπάρχει στα Βαλκάνια. Οι λόγοι για την ιστορική της παρακμή είναι πολλοί: η αξία της βελανιδιάς μειώθηκε καθώς η ζήτηση για τη βυρσοδεψία έπεσε, κάνοντάς την έτσι εξαιρετικά ευάλωτη στη συστηματική υλοτόμηση για τη δημιουργία καλλιεργήσιμης γης.
Όμως, είναι ένα δέντρο μεγάλης αξίας – όπως πολλές βελανιδιές, έχει μεγαλοπρεπή εμφάνιση όταν είναι ώριμη. Τα κλαδιά της απλώνονται κατά πλάτος και τα φύλλα της είναι λαμπερά σκουροπράσινα από πάνω και βελούδινα γκριζοπράσινα από κάτω. Εδώ και χρόνια οι βελανιδιές έχουν εμπνεύσει συγγραφείς και ποιητές.
Το δέντρο είναι επίσης γνωστό ως καταφύγιο βιοποικιλότητας, παρέχοντας ανάμεσα στα κλαδιά του και γύρω από τη βάση του κατοικία σε αναρίθμητoυς οργανισμούς. Επειδή οι ρίζες της προχωρούν βαθιά στο έδαφος (μπορεί να φτάσουν τα 10 μέτρα βάθος) και δεν περιέχει εύφλεκτο ρετσίνι, η Ήμερη Βελανιδιά έχει εξαιρετική αντίσταση τόσο στους ανέμους, όσο και στη φωτιά. Το σημαντικότερο όλων, όμως, είναι ότι αντέχει την ξηρασία και απαιτεί λίγο νερό για την εγκατάστασή της. Με τόσα πολλά λοιπόν υπέρ της είναι εκπληκτικό το πώς αυτό το δέντρο δεν προτιμάται για αναδάσωση.
Ο Σύλλογος Φίλων της Βελανιδιάς και του Περιβάλλοντος «η Αμαδρυάδα», του οποίου η κα Θεοδωρίδου είναι μέλος, ενθαρρύνει εθελοντικές ομάδες και σχολεία να φυτεύσουν σπόρους στα βουνά της Αττικής από το 1999 – η Πεντέλη, ο Υμηττός και η Πάρνηθα, έχουν ωφεληθεί απ’ αυτή τη δραστηριότητα. Τα βελανίδια ωριμάζουν και πέφτουν στο έδαφος μεταξύ Σεπτεμβρίου και Νοεμβρίου και συλλέγονται αμέσως για να μη φαγωθούν από τα ζώα. Οι Ήμερη βελανιδιάσπόροι φυλάσσονται με ασφάλεια σ’ ένα μίγμα υγρής άμμου και χώματος μέχρι να φυτευτούν. Το μοναδικό όργανο που χρησιμοποιείται είναι ένα ξύλινο ή μεταλλικό αιχμηρό εργαλείο (σουβλί), με το οποίο ανοίγονται τρύπες 25 εκ. περίπου βάθους. Καλό, πλούσιο σε χούμους έδαφος τοποθετείται στην τρύπα, και τα βελανίδια φυτεύονται σε βάθος 5 εκ.. Καθώς τα δενδρύλλια αναπτύσσονται, κλαδεύονται για να μεγαλώσουν πιο γρήγορα. Τα λαίμαργα κλαριά στη βάση του κορμού και τα κάτω πλαϊνά αφαιρούνται.
Ενδεικτικά αναφέρεται η προσφορά της στην αποτροπή του φαινομένου του θερμοκηπίου, στην επιβράδυνση των πυρκαγιών – λόγω της δυσφλεκτικότητάς της -, στην συγκράτηση του εδάφους και στην ενίσχυση του υδροφόρου ορίζοντα. Η ήμερη βελανιδιά σχηματίζει συστάδες αμιγείς ή μικτές μαζί με άλλα είδη βελανιδιάς. Η πυκνότητα των συστάδων εξαρτάται από τα χαρακτηριστικά του εδάφους, την βόσκηση και τις άλλες ανθρώπινες επεμβάσεις, όπως είναι η λαθροϋλοτομία και οι εκχερσώσεις.
Στις σχηματιζόμενες αίθριες, μεταξύ των συστάδων, αναπτύσσεται ποικιλία κτηνοτροφικών φυτών μεγάλης βιολογικής αξίας, τα γνωστά δασολίβαδα που είναι χρήσιμα στην τοπική κτηνοτροφία και ιδιαίτερα στην βιολογική.
Ο υπο-όροφος των συστάδων είναι επίσης πλούσιος σε βιοποικιλότητα και παρουσιάζει μεγάλο φυσιοδιφικό ενδιαφέρον, πέρα από την σημασία που έχει για τα διάφορα ζώα και μικροοργανισμούς.
Πολλά είδη πουλιών και διάφορα ζώα βρίσκουν καταφύγιο πάνω στην βελανιδιά για ξεκούραση, λήψη τροφής και φώλιασμα. Για παράδειγμα τα Σαϊνια χτίζουν την φωλιά τους στα ψηλά κλαδιά της, οι Τσαλαπετεινοί, οι Μυοψοί και οι Νυχτερίδες αναπαράγονται στις κοιλότητές της και οι Δρυοκολάπτες – οι υγειονομικοί των δασών μας που ζούνε κυρίως από τα βλαβερά έντομα των δέντρων- πελεκίζουν τις περίτεχνες φωλιές τους στους κορμούς της. Η προστασία επομένως των αιωνόβιων βελανιδιών είναι επιβεβλημένη, γιατί είναι απαραίτητες για την αναπαραγωγή των ζώων αυτών, από τα οποία πολλά ανήκουν στα απειλούμενα είδη.
Η ήμερη βελανιδιά είναι χαρακτηριστικό είδος των δασών της Ανατολικής Μεσογείου. Στη χώρα μας ευδοκιμεί στην Ήπειρο, Ιόνια νησιά, Δ.Ελλάδα, Πελοπόννησο, Νησιά Αιγαίου, Κρήτη και Βορειοανατολικά απλώνεται μέχρι το Νομό Έβρου. Στο Ξηρόμερο Αιτωλοακαρνανίας έχει απομείνει το μεγαλύτερο δάσος ήμερης Βελανιδιάς της Ελλάδας, ενώ στην γειτονική Τουρκία υπάρχουν τέτοια δάση τετραπλάσιας έκτασης αυτών της Ελλάδας. Μάλιστα αυτά τα δάση τα εκμεταλεύονται με την επεξεργασία του κυπέλλου για παραγωγή δεψικού εκχυλίσματος, το οποίο εξάγεται σ’ όλο τον κόσμο. Στην Ελλάδα ο κλάδος της βυρσοδεψίας έπαψε να χρησιμοποιεί το εκχύλισμα του βελανιδιού από την δεκαετία του ’70, λόγω της εισχώρησης άλλων εισαγόμενων δεψικών ουσιών.
Το ίδιο το δένδρο, επίσης, μπορεί να συμβάλει σημαντικά στην προσέλκυση ακόμη και ξένων επισκεπτών, αφού πρόκειται για είδος βελανιδιάς που συναντάται στην Ευρώπη μόνο στην Ελλάδα και στην Νότια Αλβανία. Καθώς είναι μεγαλοπρεπές δένδρο με μεγάλη μυθολογική και ιστορική αξία, πολλοί λογοτέχνες έχουν αναφερθεί σ’ αυτό, όπως ο Παπαδιαμάντης, ο Δροσίνης κ.αλ.
Κρίνουμε, επομένως, ότι η ήμερη βελανιδιά, λόγω του ότι διαθέτει αρκετά πλεονεκτήματα σε σχέση με άλλα δένδρα, όπως είναι η αντοχή της σε πυρκαγιές και θύελλες, ο σχηματισμός δασολίβαδων υψηλής βιοποικιλότητας, η υψηλή καρποφορία της, η τεράστια συγκριτικά συμβολή της στην ενίσχυση του υδροφόρου ορίζοντα κ.λ.π, πρέπει να μελετηθεί, να προστατευθεί και να αναπαραχθεί σε περιοχές όπου κατά το παρελθόν σχημάτιζε εκτεταμένα δάση, όπως στην Αιτωλοακαρνανία αλλά και σε πολλά ελληνικά νησιά, τα οποία διακρίνονται για την έλλειψη δασών.
Η Κίσσα (Garrulus glandarius) είναι ένα πουλί που, όπως θα δούμε παρακάτω, παίζει σημαντικό ρόλο στην αναδάσωση των βελανιδιών. Ο σπόρος της βελανιδιάς είναι βαρύς και δεν μπορεί να μετακινηθεί με τον αέρα, όπως π.χ. μετακινείται ο σπόρος των πεύκων. Από την άλλη, οι βελανιδιές είναι μακρόβιες και φωτόφιλες, επομένως, εάν ο σπόρος παραμείνει κάτω από τη σκιά του «μητρικού» δένδρου, θα αναπτυχθεί με πολύ αργό ρυθμό και το νέο φυτό θα παραμένει μικρό και μαραζωμένο.
Τι κάνει λοιπόν η κίσσα; Τρώει τον σπόρο αλλά, ταυτόχρονα, δημιουργεί και πάρα πολλές «αποθήκες» με σπόρους για τους χειμερινούς μήνες. Κάθε φορά παίρνει μια «δόση» βελανιδιών και πετάει μέχρι και 4 χιλιόμετρα μακριά για να βρει ένα μέρος ανοιχτό με μαλακό έδαφος, για να θάψει τα βελανίδια. Προτιμάει να τα πάει σε ανοιχτά μέρη, για να μπορεί να ελέγχει την περιοχή την ώρα που τα θάβει ή όταν τα βγάζει αργότερα και να μην της επιτεθεί καμιά αλεπού ή κάποιο αρπακτικό. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε ότι το φθινόπωρο η κίσσα πραγματοποιεί καθημερινά μέχρι και 60 τέτοια «ταξίδια»! Όταν έρθει ο χειμώνας, θυμάται που τα έχει βάλει και τα βρίσκει ακόμα και κάτω από βαθύ χιόνι. Με τον τρόπο αυτό, η κίσσα φτιάχνει άπειρες τέτοιες αποθήκες, περισσότερες από όσες τελικά χρησιμοποιεί. Το αποτέλεσμα είναι να «ξεφεύγουν» αρκετοί σπόροι οι οποίοι, όντας τοποθετημένοι στα ιδανικά για την ανάπτυξή τους μέρη που τα έχει τοποθετήσει η κίσσα, δηλαδή σε μαλακό χώμα και σε ανοιχτό μη σκιερό μέρος, φυτρώνουν και αναπτύσσονται με ευκολία
Έτσι κρίνεται από όλους μας επιβεβλημένη η λύση της σποροφύτευσης σε περιοχές (όπως μεγάλες εκτάσεις της Αττικής) όπου έχουν δυστυχώς αποψιλωθεί τα φυσικά δάση της ήμερης βελανιδιάς, λόγω αδυναμίας ακόμα και της Κίσσας να συμβάλλει στην φυσική επανεξάπλωση τους.
Γιατί προτείνουμε σποροφύτευση βαλανιδιάς:
- Κόστος σπόρου φθηνό, έως μηδενικό, αν συλλέξουμε Βελανίδια με τη βοήθεια εθελοντών όπως μαθητών. Τα Βελανίδια αυτά πρέπει να συλλέγονται από γειτονικές περιοχές ώστε να προσαρμόζονται ευκολότερα στο νέο περιβάλλον. Πχ Βελανίδια από την Τζια για την Κύθνο κτλ.
- Δεν σκάβουμε το χώμα, άρα δεν ενισχύουμε τη διάβρωσή του από τη βροχή και τον άνεμο και δεν καταστρέφουμε την φυσική τυχόν αναγέννηση
- Καλή ανάπτυξη φυτών, προσαρμοσμένων στις οικολογικές συνθήκες της περιοχής
- Ελάχιστη έως καθόλου υποστήριξη
- Εργατικά πολύ λίγα και εργαλεία μικρού κόστους
- Η μικρή παρέμβαση επιτρέπει την παράλληλη εξέλιξη της φυσικής αναβλάστησης
Η ήμερη βελανιδιά σε όλους αυτούς τους τομείς μπορεί να παίξει σημαντικό ρόλο. Σημαντική είναι επίσης η συμβολή της στην ανάπτυξη του τουρισμού της υπαίθρου, καθώς σχηματίζει δάση βατά για τον άνθρωπο, ο οποίος ανέκαθεν ζούσε μέσα σ’αυτά τα δάση, λόγω της κτηνοτροφίας, της συλλογής βελανιδιού και του ξύλου. Η ζωή αυτή άφησε πίσω της σημάδια με μεγάλη πολιτιστική και ιστορική αξία (εξωκκλήσια, αλώνια, πέτρινες ποτίστρες ζώων, πηγάδια, μονοπάτια κ.λπ.).
Θεωρούμε ότι μέσα από την σποροφύτευση και την φροντίδα του δενδρυλλίου το παιδί συνδέεται με το δένδρο, βιώνει πραγματικά την διαδικασία και ευαισθητοποιείται στα περιβαλλοντικά ζητήματα. Και για αυτή και μόνο την ευαισθητοποίηση, ανεξάρτητα από τα αναμφισβήτητα μακροπρόθεσμα θετικά αποτελέσματα που θα έχουμε για τη φύση, κρίνεται αναγκαία η άμεση καθιέρωση της σποροφύτευσης ως μεθόδου αναδάσωσης.
Η ήμερη βελανιδιά προτείνεται, επίσης, για την αναδάσωση περιαστικών καμμένων εκτάσεων, στις οποίες είναι αναγκαίο να περιοριστεί η κοινή πεύκη (Pinus halepensis), λόγω της μεγάλης ευφλεκτικότητάς της.
Πηγή: Σύλλογος Φίλων της Βελανιδιάς και του Περιβάλλοντος «η Αμαδρυάδα»