«Τα πλέον αξιοσημείωτα πράγματα της νήσου αυτής είναι ο αήρ και το ύδωρ, τα οποία είναι τόσο υγιεινά, ώστε να καθιστούν τους κατοίκους πολύ μακροβίους. Είναι, επομένως, πολύ συνηθισμένο το φαινόμενον να συναντήσει κανείς εις αυτήν ανθρώπους εκατοντούτεις, πράγμα που είναι πολύ εκπληκτικό, όταν λάβει κανείς υπ’όψιν την σκληραγωγημένην ζωήν που διάγουν…Προ της ορισμένης ώρας του φαγητού, είναι αδύνατον να βρεθεί άρτος, σε όλην την νήσον. Ολίγον μόνον προ αυτής, λαμβάνουν την αναγκαία ποσότητα σίτου, την αλέθουν εις τον χειρόμυλον, ψήνουν την ζύμην εις μίαν πλακωτήν πέτραν, και αφού ψηθεί, ο αρχηγός της οικογένειας μοιράζει την ψημένην αυτήν ζύμην κατά ίσα μέρη εις τα μέλη της οικογενείας. Αν, δε, παρευρίσκεται κανείς ξένος, του προσφέρεται μερίδιον, που αφαιρείται από τους άλλους κατ’ αναλογίαν… Νερώνουν τον οίνον κατά το εν τρίτον….Η δίαιτα τους είναι πτωχή, όμως τα σώματα τους είναι εύρωστα και σκληραγωγημένα και οι άνθρωποι γενικώς είναι μακρόβιοι. Και ζούν ως να πιστεύουν ότι δεν πρόκειται να επιζήσουν μέχρι της επομένης ημέρας. Ευχαριστημένοι που κατορθώνουν να αντιμετωπίσουν τις στοιχειώδεις ανάγκες της ημέρας… Αυτή είναι η εικόνα της μικράς νήσου, της πτωχότερης και όμως της ευτυχέστερης από όλες τις άλλες του Αιγαίου Πελάγους».
Αρχιεπίσκοπος Ιωσήφ Γεωργιρήνης (1677)