Παρά το συντηρητικό πολιτικό τοπίο που πάντα κυριαρχούσε στη δανέζικη πολιτική σκηνή (μικρή παρουσία της Αριστεράς και της Οικολογίας), αξιοσημείωτη είναι η πρωτοπορία εναλλακτικών εγχειρημάτων σε κοινωνικό επίπεδο, κυρίως από τη δεκαετία του 1970, και ιδίως στα κοινοτιστικά εγχειρήματα. Το πιο μεγάλο και γνωστό, δε, είναι η κοινότητα “Christiania” που λειτουργεί για δεκαετίες στη δανέζικη πρωτεύουσα, την Κοπεγχάγη. Η κοινότητα αποτελεί ουσιαστικά μια ολόκληρη συνοικία της πόλης, με πάρκα και άλλους κοινόχρηστους χώρους, όπου διαμένουν από εκατοντάδες μέχρι και χιλιάδες άτομα. Η Christiania έχει αποκτήσει ένα καθεστώς σχετικής αυτονομίας, καταφέρνει να εκλέγει εκπρόσωπο στο δημοτικό συμβούλιο της πόλης και αυτοδιαχειρίζεται αμεσοδημοκρατικά μέσω γενικών και θεματικών συνελεύσεων όλων των κατοίκων (βλέπε σχετικά www.christiania.org στην αγγλική γλώσσα).
Πέρα όμως απ’ αυτήν, πολλές άλλες αυτοδιαχειριζόμενες κοινότητες που στηρίζονται τις αρχές τις άμεσης δημοκρατίας λειτουργούν σε διάφορα σημεία της Δανίας. Είχα την τύχη να επισκεφθώ μία από αυτές και να φιλοξενηθώ εκεί από την οικογένεια μιας παλιάς φίλης Ελληνοδανέζας, που ζει στην κοινότητα Vladestedet (που σημαίνει «ρηχή διάβαση ποταμού») η οποία βρίσκεται στο χωριό Ry (Ρυ) στις παρυφές του Αarrhus (Άαρχους), της τρίτης σε μέγεθος πόλης της Δανίας, που είναι περίπου στο μέγεθος της Πάτρας, όπου κατοικώ.
Η Μαρία Τεμπονέρα είναι βιολόγος / καθηγήτρια σχολείου, που αν και έχει γεννηθεί και μεγαλώσει στη Δανία, όπου συνεχίζει να ζει και σήμερα, έχει κάνει ένα μέρος των σπουδών της στη Θεσσαλονίκη. Γνωριζόμαστε από τότε που σπούδαζα εκεί κι εγώ, την περίοδο που έμενα προσωρινά σε αυτοδιαχειριζόμενη στεγαστική κοινότητα φοιτητών και νέων, την Κατάληψη της Λεωφόρου Νίκης 39 (κτήριο Πανεπιστημιακό κλειστό και ανεκμετάλλευτο μέχρι την αξιοποίησή του ως αυτοδιαχειριζόμενου χώρου στέγασης, που σήμερα στεγάζει τη Σχολή Δημοσιογραφίας του ΑΠΘ).
Όταν ξαναβρεθήκαμε με τη Μαρία πριν από μερικά χρόνια στο Αμβούργο της Γερμανίας, γνωρίζοντας και τις θέσεις μου και τη σχετική μου εμπειρία, επέμενε να έρθω να επισκεφθώ την κοινότητα όποτε μου δινόταν η ευκαιρία.
Η ευκαιρία δόθηκε φέτος το φθινόπωρο. Μπαίνοντας στη Δανία μετά από περίπου τρεις ώρες οδήγησης από το Αμβούργο, φτάσαμε στη “Διάβαση” που βρίσκεται σε ένα από τα πιο όμορφα τοπία που έχω δει στη Βόρεια Ευρώπη, δίπλα σε ένα συγκρότημα πεντακάθαρων λιμνών που αποτελούν διαπλατύνσεις ενός αργόπλωου ποταμού που καταλήγει στην κοντινή θάλασσα. Η φιλοξενία από τη Μαρία, το σύζυγό της τον Κλάους και τα τρία παιδιά τους ήταν αξέχαστη…
Σε απόσταση 10 λεπτών με τα πόδια υπάρχει ένα σχολικό συγκρότημα όπου πάνε όλα τα παιδιά της κοινότητας, αλλά και διδάσκουν και κάποιοι από τους γονείς (μεταξύ αυτών και η Μαρία), στα 10 λεπτά με το ποδήλατο είναι το χωριό Ρυ, 5.000 κατοίκων, το οποίο συνδέεται σιδηροδρομικά με το Άαρχους που προσεγγίζεις μέσα σε 20 λεπτά. Στο κέντρο του οικιστικού συγκροτήματος της κοινότητας, φιγουράριζε η σημαία της Δανίας, για την οποία δεν ντρέπονται οι αριστεροί, οικολόγοι ή και αντιεξουσιαστές Δανοί (υποστηρικτές οι περισσότεροι της αποχώρησης από την Ε.Ε), σε αντίθεση με τους περισσότερους Έλληνες ομοϊδεάτες τους…
Για να μη συνεχίσω την παράθεση δικών μου υποκειμενικών εντυπώσεων, θα παραθέσω ένα κειμενάκι που μου έστειλε η Μαρία, για την ιστορία και τη λειτουργία του “Περάσματος”.

«Το όνομα Vladestedet σημαίνει ρηχή διάβαση, και οι κάτοικοι εδώ αυτοαποκαλούνται “διαβάτες”. Το 1984, κάποιοι κάτοικοι του Ρυ αποφάσισαν να δημιουργήσουν έναν κοινοτικό τόπο συμβίωσης. Δημοσίευσαν μια αγγελία στην εφημερίδα, καλώντας κόσμο να συζητήσουν την ιδέα. Εμφανίστηκαν πάνω από 100 άτομα, και σκέφτονταν ίσως να δημιουργήσουν δύο κοινότητες, μα τελικά 20 οικογένειες ξεκίνησαν τη διαδικασία για μία. Κατάφεραν να πάρουν άδεια οικοδόμησης από το Δήμο και δανείστηκαν χρήματα για να ξεκινήσουν το χτίσιμο 20 μικρών μονοκατοικιών, που χτίσθηκαν σχετικά κυκλικά, και ενός κοινόχρηστου κτηρίου στο κέντρο, όπως και ενός κτηρίου – κέντρου νεολαίας. Η εγκατάσταση έγινε το 1985. Το κέντρο νεολαίας προοριζόταν για νέα παιδιά άνω των 17 ετών που ήθελαν μια σχετική αυτονομία από την οικογένειά τους, ενώ προβλεπόταν η δυνατότητα μόνιμης εγκατάστασης 4 εφήβων. Ο θεσμός του κέντρου νεολαίας εγκαταλείφθηκε γιατί είχε γίνει κέντρο διερχομένων για τους περισσότερους εφήβους του χωριού που το γλεντούσαν υπερβολικά. Το κτήριο μετατράπηκε σε καινούργια οικογενειακή εστία.
Έτσι σήμερα υπάρχουν 21 σπίτια από 67 μέχρι και 104 τ.μ. (που διαθέτουν υπνοδωμάτια σε σοφίτες, που αυξάνουν τις διαστάσεις τους), ενώ το κοινόχρηστο κτήριο έχει διαστάσεις 600 τ.μ. Το τελευταίο έχει μία μεγάλη επαγγελματική κουζίνα, δύο αίθουσες – παιδότοπους, μία αίθουσα τηλεόρασης, μία αίθουσα πλυντηρίου με δύο μεγάλα επαγγελματικά πλυντήρια και χώρο απλώματος, μια αίθουσα μουσικής με πλήρη εξοπλισμό μουσικών οργάνων, και μία μεγάλη τραπεζαρία. Υπάρχει επίσης μία αίθουσα ανακύκλωσης/ δωρεάς μεταχειρισμένου ρουχισμού και άλλων αντικειμένων, από την οποία, είτε εμείς και τα παιδιά, είτε ξένοι, μπορούν να πάρουν ό,τι τους χρειάζεται. Γίνεται ιδιαίτερη χρήση των αντικειμένων αυτών, ιδίως όσον αφορά το ρουχισμό και τα παπούτσια των παιδιών.
Σήμερα στη Διάβαση ζούμε 36 ενήλικοι, μεταξύ 27 και 57 ετών, και 23 παιδιά, ηλικίας από νεογέννητα μέχρι και 17 ετών. Στον εξωτερικό χώρο υπάρχουν, εκτός από τον κήπο κάθε σπιτιού και την κεντρική αυλή, παιδικές χαρές και λαχανόκηποι, ένα λιβάδι όπου έχουμε τα άλογά μας, κι ένα κοτέτσι. Υπάρχει επίσης αποθήκη ποδηλάτων, όπου φυλάσσονται πάνω από εκατό ποδήλατα, και χώρος στάθμευσης αυτοκινήτων.
Το χωριό Ρυ, όπου εντάσσεται η έκταση της κοινότητας, έχει 5.000 κατοίκους, και συνδέεται σιδηροδρομικά με την πόλη Άαρχους, που είναι πόλη 300.000 κατοίκων. Υπάρχουν τόσο σχολεία όσο και μαγαζιά σε κοντινή απόσταση.
Η δουλειά συντήρησης των σπιτιών και εγκαταστάσεων γίνεται στις καθορισμένες ημέρες κοινής εργασίας που συνολικά είναι έξι Σάββατα το χρόνο. Κυρίως αφορούν βαψίματα και ξυλουργικές συντηρήσεις, κυρίως πατωμάτων, αλλά και επισκευές σπασιμάτων και βλαβών. Οι εργασίες μπορεί να αφορούν από τη κατασκευή καινούργιας κούνιας για τα πιτσιρίκια, μέχρι και την απόφραξη αποχετεύσεων. Εκτός από την κοινή εργασία που αναφέρθηκε, κάθε ενήλικας έχει κι έναν ή περισσότερους τομείς ευθύνης που αφορούν από το κλείδωμα της αποθήκης ποδηλάτων τη νύχτα ή την επισκευή κοινόχρηστων αντικειμένων (π.χ. χορτοκοπτικό) ως και τις κοινές προμήθειες ή την περιποίηση των κοινόχρηστων χώρων (αποψιλώσεις, κουρέματα χορταριού, κλαδέματα κ.λ.π). Πρέπει επίσης ο καθένας να φροντίζει την καθαριότητα του τμήματος των κοινόχρηστων χώρων που του έχει ανατεθεί. Ο κάθε κάτοικος επίσης είναι μέλος μιας ομάδας που έχει την ευθύνη κάποιου τομέα εργασίας, και συζητά στρατηγικές και προτάσεις για τον τομέα εργασίας. Αντικείμενα των ομάδων είναι οι παιδικές χαρές, οι κήποι, η λειτουργία της κοινής κουζίνας (κοινά μαγειρέματα κ.λπ.) οι βαφές και οι λοιπές εργασίες συντήρησης κτηρίων. Κάθε χρόνο γίνεται μία γενική συνέλευση, όπου η κάθε ομάδα παρουσιάζει τον προϋπολογισμό του τομέα της, τον απολογισμό ανά μήνα των εξόδων, πως και πόσο πρέπει και μπορούμε να ξοδέψουμε συνολικά, αλλά και άλλα άλυτα προβλήματα, που μπορεί να αφορούν π.χ. ακόμα και το θέμα: ποιος πρέπει να μαζεύει τα περιττώματα των γατιών και των σκύλων, μόνο οι ιδιοκτήτες ή οι ομάδες της κοινότητας…
Όποια νέα οικογένεια έρθει, αγοράζει το 1/21 της συνολικής αξίας όλης της κοινοτικής ιδιοκτησίας. Μερικοί έχουν τα απαραίτητα χρήματα, άλλοι όπως εγώ, πήραμε τραπεζικό δάνειο. Αν αποχωρήσεις, πουλάς το μερίδιό σου στους επόμενους “διαβάτες” που έρχονται να εγκατασταθούν οικογενειακώς στο σπίτι που αφήνεις.
Τα κοινά γεύματα είναι σε εργάσιμες ημέρες τέσσερις φορές την εβδομάδα, και τα μαγειρέματα γίνονται από τετραμελείς ομάδες. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να μαγειρεύεις δύο φορές το μήνα και να πλένεις πιάτα μία φορά το μήνα. Σε κάθε κοινό γεύμα σερβίρονται φυτικά προϊόντα, που συνοδεύονται από κρέας δύο φορές την εβδομάδα και από ψάρι μία φορά. Τα κοινά γεύματα σερβίρονται στις 6 και τέταρτο το απόγευμα, και μετά το φαΐ τα παιδιά παίζουν, ενώ οι μεγάλοι καθόμαστε και τα λέμε, ακούμε μουσική ή βλέπουμε τηλεόραση. Τα παιδιά νιώθουνε «σα στο σπίτι τους» σε όλα τα σπίτια, και κουβεντιάζουν άνετα με όλα τα άλλα παιδιά, αλλά και με τους ενήλικους.
Ένα παλιό ινδιάνικο ρητό λέει ότι: «χρειάζεται ολόκληρο χωριό για αναθρέψεις ένα παιδί». Κι εμείς, αυτό κάνουμε».
Κάποια άλλα ενδιαφέροντα στοιχεία: στην ίδια περιοχή βρίσκεται κι άλλη μικρότερη κοινότητα 5 οικογενειών όπου μένει η αδελφή της Μαρίας με τη δική της οικογένεια. («Αυτοί είναι πιο ριζοσπάστες οικολόγοι και αντιεξουσιαστές», μου είπε η Μαρία)
Τα περισσότερα πρακτικά ζητήματα καθημερινής λειτουργίας, ανάθεσης ευθυνών, παράπονα, κ.λπ. της Διάβασης λύνονται όχι σε συνελεύσεις, αλλά μέσω διαδικτύου στην ιστοσελίδα της κοινότητας (www.vadestedet.dk.), ή με e mail.
Η κοινωνική σύνθεση των ενηλίκων της Διάβασης είναι σχετικά μικτή. Από χειρώνακτες, αγρότες και τεχνίτες μέχρι και καθηγητές. Τα παιδιά έχουν μεγάλη ελευθερία στο παιγνίδι, υπόκεινται σε χαλαρή κοινή επιτήρηση την ώρα του παιγνιδιού αλλά και της μελέτης, και μπαινοβγαίνουν από το ένα σπίτι στο άλλο, όπως γινόταν βέβαια παλιά και σε πολλά χωριά και σε γειτονιές στην Ελλάδα.
Και κάτι συνταρακτικό: Δεν υπάρχει λόγος να κλειδώσεις ούτε το σπίτι σου, ούτε το ποδήλατό σου, “εκτός αν φύγεις για κανένα μήνα”, όπως μας είπε η Μαρία…

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *